Μπροστά σε μια νέα απειλή βρίσκονται τα νοικοκυριά σε όλον τον κόσμο, τα οποία μπορεί να κληθούν να βάλουν ακόμη «πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη». Μετά την εκτόξευση του κόστους ενέργειας, ανησυχητικά μηνύματα καταφθάνουν από το μέτωπο των διεθνών τιμών των τροφίμων. Πρόκειται για φαινόμενο που προκαλεί έντονο προβληματισμό καθώς «χτυπά» τον πυρήνα του οικογενειακού προϋπολογισμού και αφορά το καθημερινό τραπέζι δισεκατομμυρίων καταναλωτών σε παγκόσμια κλίματα, από την Ευρώπη μέχρι τις ΗΠΑ και την Ασία. Αποκαλυπτικά της αρνητικής κατάστασης που τείνει να δημιουργηθεί είναι τα στοιχεία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), σύμφωνα με τα οποία οι τιμές των τρόφιμων τον Αύγουστο του 2021 ήταν αυξημένες κατά σχεδόν 33% κατά μέσο όρο σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020. Οι αιτίες της εκτόξευσης των τιμών Οι ανατιμήσεις αποδίδονται σε πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων είναι τα έντονα καιρικά φαινόμενα λόγω της κλιματικής αλλαγής που έπληξαν την παραγωγή, η σταθερά μεγάλη ζήτηση, η έλλειψη εργατικού δυναμικού λόγω της πανδημίας και οι αυξήσεις στην ενέργεια που συμπαρασύρουν και τα υπόλοποια κόστη. Ολα βέβαια ξεκίνησαν μετά την ανάκαμψη των τιμών του πετρελαίου από ιστορικά χαμηλά, τον Απρίλιο του 2020. Η άνοδος του «μαύρου χρυσού» επηρέασε τις τιμές όλων των ειδών διατροφής που βρίσκονται στο δείκτη του FAO και όχι μόνο επειδή αύξησαν το κόστος παραγωγής και μεταφοράς τροφίμων, ενώ ρόλο έπαιξαν και οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού που οφείλονται στην πανδημία του COVID, οι οποίες δεν επέτρεψαν να υπάρχει η απαιτούμενη διαθεσιμότητα εργαζομένων για καλλιέργεια, συγκομιδή, επεξεργασία και διανομή τροφίμων. Η πραγματική μέση τιμή των τροφίμων, σύμφωνα με στοιχεία της εφημερίδας «Nzherald», άρχισε να αυξάνεται από το 2000 και μετά, αντιστρέφοντας την προηγούμενη τάση σταθερής πτώσης που είχε καταγραφεί τα προηγούμενα χρόνια. Το κλίμα Οι καιρικές συνθήκες εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό παράγοντα που ωθεί προς τα πάνω τις τιμές. Οι Ευρωπαίοι, για παράδειγμα, έχουν αρχίσει να ανησυχούν για την τιμή των ζυμαρικών καθώς οι ξηρασίες σε κάθε περιοχή του κόσμου, από τη Γηραιά Ηπειρο μέχρι και τον Καναδά, μειώνουν τις συγκομιδές σιταριού. Διεθνείς οργανισμοί προειδοποιούν ευθέως ότι χωρίς ριζικές αλλαγές τα έντονα κλιματικά φαινόμενα και καταστροφές, από πλημμύρες και παγετούς μέχρι ξηρασίες και πυρκαγιές, θα συνεχίσουν να μειώνουν την πρόσβαση σε τρόφιμα και ιδιαίτερα σε εισαγόμενα τρόφιμα, πολύ πέρα από κάθε ιστορικό προηγούμενο. Οι υψηλότερες τιμές θα μειώσουν την επισιτιστική ασφάλεια οδηγώντας ακόμη και σε κοινωνικές ταραχές, όπως προειδοποιούν. Τους τελευταίους μήνες οι ανατιμήσεις έσπασαν κάθε ρεκόρ. Ειδικά ο δείκτης τιμών των βρώσιμων ελαίων ενισχύθηκε σημαντικά από τον Μάρτιο του 2020, κυρίως λόγω της ανοδικής πορείας των φυτικών ελαίων κατά σχεδόν 17% μεταξύ 2019 και 2020. Αυτό οφειλόταν στη μεγάλη ζήτηση για βιοντίζελ, στο πλαίσιο της προσπάθειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και σε έντονα καιρικά φαινόμενα που προκάλεσαν καταστροφές στην παραγωγή. Μια ακόμη κατηγορία τροφίμων που συμβάλλει πολύ στη συνολική αύξηση των τιμών των τροφίμων είναι η ζάχαρη. Και πάλι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των ζημιών από παγετό στη Βραζιλία, μείωσαν την προσφορά και διόγκωσαν τις τιμές, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές. Οι αυξήσεις στα δημητριακά είναι πιο ελεγχόμενες, αλλά η προσβασιμότητά τους παγκοσμίως είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη λεγόμενη ασφάλεια των τροφίμων. Το σιτάρι, το κριθάρι, ο αραβόσιτος και το ρύζι αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 50% της παγκόσμιας διατροφής και έως και το 80% στις φτωχότερες χώρες. Τα παγκόσμια αποθέματα αυτών των καλλιεργειών συρρικνώνονται συνεχώς από το 2017 και μετά, καθώς η ζήτηση έχει ξεπεράσει την προσφορά. (ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ)