Εξοικονομήσεις μέχρι και 52% μπορεί να εξασφαλίσει για τα συστήματα υγείας η τιμολόγηση φαρμάκων υψηλού κόστους βάσει της αξίας τους, διαπιστώνουν οι οικονομολόγοι της υγείας, στην προσπάθεια να αξιοποιηθεί η νέα τεχνολογία προς όφελος των ασθενών, χωρίς να καταρρεύσουν τα συστήματα υγείας από το κόστος τους. Μπορεί τα φάρμακα νέας τεχνολογίας να είναι ιδιαίτερα ακριβά, όμως τα οφέλη που υπόσχονται είναι επίσης εξαιρετικά ενθαρρυντικά σε ότι αφορά την αντιμετώπιση παθήσεων που μέχρι πρότινος δεν είχαν θεραπεία ή στην δραστική βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Καθώς όμως οι πόροι των συστημάτων υγείας παραμένουν περιορισμένοι, οι ειδικοί αναζητούν διάφορα μοντέλα που θα δώσουν λύση στο πρόβλημα της αξιολόγησης των ακριβών φαρμάκων, ώστε η διάθεση των πόρων για τη μία ή την άλλη θεραπεία «να πιάσουν τόπο», στη βάση της αποτελεσματικότητας. Στην προσπάθεια διερεύνησης πιθανών προσιτών λύσεων, ερευνητές από το Ινστιτούτο Ερευνών Υγείας Kaiser Permanente και τη φαρμακευτική σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον στο Σιάτλ και την υπηρεσία Έρευνας και Ποιότητας Υπηρεσιών Υγείας του Μέριλαντ, αναζήτησαν την τιμολόγηση 73 μοναδικών φαρμάκων ανάλογα με την αξία τους, προκειμένου να εξασφαλίσουν πρόσθετους πόρους για το σύστημα υγείας, κρατώντας υπόψιν τους παράλληλα, ότι οι μειώσεις τιμών ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τους ασθενείς. Στις ΗΠΑ, η Εθνική Ακαδημία Ιατρικής συνιστά να βασίζονται οι τιμές των φαρμάκων στην αξία, συνδέοντας τις τιμές με το μέγεθος του οφέλους για να διατηρηθούν τα κίνητρα για καινοτομία. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό, είναι να οριστούν οι τιμές για να επιτευχθεί ένα συγκεκριμένο όριο κόστους-αποτελεσματικότητας. Οι τιμές με βάση την αξία εκτιμώνται από το Ινστιτούτο Κλινικής και Οικονομικής Επιθεώρησης (ICER), έναν ανεξάρτητο μη κερδοσκοπικό οργανισμό που εξετάζει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία της κλινικής αποτελεσματικότητας ενός φαρμάκου έναντι του οικονομικού του κόστους για να εκτιμήσει την αξία του. Οι αναφορές των ανασκοπήσεων του ICER χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από τους φορείς ασφάλισης των ΗΠΑ στις διαπραγματεύσεις για την τιμή των φαρμάκων. Ο στόχος αυτής της μελέτης ήταν να εκτιμήσει πώς θα άλλαζαν οι ετήσιες δαπάνες για τα φάρμακα των ΗΠΑ εάν οι τιμές για τα φάρμακα ορίζονταν στο ύψος των τιμών βάσει αξίας που αναφέρεται από το ICER. Στη σχετική μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο JAMA, οι ερευνητές έλαβαν υπόψιν τους 73 μοναδικά πρωτότυπα φάρμακα, εκ των οποίων τα 31 αφορούσαν αυτοάνοσα νοσήματα, 6 καρδιομεταβολικά, 11 γενετικές θεραπείες, 12 αντικαρκινικά φάρμακα, καθώς και άλλα 13 διαφόρων παθήσεων. Διαβάστε επίσης: Μόνο 230 από 900 ακριβά φάρμακα καλύπτουν πλέον τα Ταμεία. Τα περισσότερα από αυτά, είχαν αξιολογηθεί από το ICER το 2017 (25) και το 2018 (23), ενώ 11 από αυτά αξιολογήθηκαν το 2020. Οι τιμές βάσει αξίας που ελήφθησαν υπόψιν, θα μπορούσαν να επιτύχουν όρια κόστους –αποτελεσματικότητας 100.000 δολ. και 150.000 δολ. για κάθε έτος ζωής με ποιότητα που κερδίζεται αό τη χρήση τους. Καθώς οι αξιολογήσεις των συγκεκριμένων φαρμάκων ξεκινούσαν από το 2015 ως το 2020, έγινε αναπροσαρμογή των τιμών βάσει του δείκτη υγειονομικής περίθαλψης Εξατομικευμένων Καταναλωτικών Δαπανών. Για φάρμακα με εφαρμογή σε πολλαπλές παθήσεις ή με πολλαπλές δοσολογίες, που έχουν και διαφορετική τιμή βάσει αξίας, υπολογίστηκε μια μέση τιμή, σταθμισμένη με το ποσοστό των συνταγών για κάθε ένδειξη και δόση, ενώ για φάρμακα με περιορισμένες παρατηρήσεις, εφαρμόστηκε ένας μέσος όρος της τιμής βάσει αξίας. Τα συγκεκριμένα 73 μοναδικά φάρμακα, προκαλούν ετήσια φαρμακευτική δαπάνη ύψους 110,4 δις. δολ., δηλαδή περίπου το ένα πέμπτο της συνολικής δαπάνης για φάρμακα στις ΗΠΑ το 2020. Έντεκα μοναδικά φάρμακα είχαν πολλαπλές τιμές βάσει αξίας που είχαν καθοριστεί από το ICER. Τα περισσότερα από τα φάρμακα είχαν καθαρές τιμές υψηλότερες από τις τιμές βάσει αξίας και συγκεκριμένα το 86,3% αυτών είχαν τιμές υψηλότερες σε σύγκριση με το όριο των 100.000 δολ. ανά έτος ποιότητας ζωής που κερδήθηκε και κατά 72,6% τιμή υψηλότερη από το όριο των 150.000 δολ. ανά QALY. Στη βασική περίπτωση, η προσαρμογή στην τιμή βάσει αξίας στα 100.000 δολ. για κάθε έτος που κερδίζεται με ποιότητα ζωής (QALY) και 150.000 δολ. ανά QALY μείωσε τη μέση δαπάνη ανά φάρμακο κατά 373 εκατ. δολ. (από 87 -953 εκατ. δολ) και 164 εκατ. δολ. (από 5 – 600 εκατ. δολ), αντίστοιχα. Αυτή η μείωση ισοδυναμεί με εκτιμώμενη συνολική ετήσια εξοικονόμηση 11,8 – 40,3 δις. δολαρίων (11-37%) για τα 73 φάρμακα. Αν σε αυτά τα σενάρια προστεθεί και η παράμετρος της διατήρησης των τιμών χωρίς αυξήσεις, τότε η εκτιμώμενη εξοικονόμηση κυμαίνεται από 38,4 – 57,5 δις. δολ., διασφαλίζοντας εξοικονομήσεις της τάξης του 35- 52%. (In.gr)